Μικροδιδασκαλία
Σ. Γκαρμπούνης
Σχετικά με το
Υποκείμενο του ρήματος γενικά
1η
περίπτωση:
Αυτονόητο για κάθε φυσικό ομιλητή είναι ότι κάθε πράξη,
ενεργητική, παθητική ή ουδέτερη, αφορά, καταρχάς, κάποιο φυσικό πρόσωπο. Αυτό άλλοτε προσδιορίζεται με το όνομά του ή την
ιδιότητά του και άλλοτε εννοείται μέσα από αντωνυμίες και τις καταλήξεις των
ρημάτων. Πρόκειται για προσωπική σύνταξη.
Π.χ
Οι καθηγητές έβαλαν τα προβλεπόμενα διαγωνίσματα.
Ο νεαρός παρασύρθηκε από διερχόμενο
αυτοκίνητο.
Η Αιμιλία κουράστηκε στην εκδρομή.
Θα βγεις απόψε; (Εσύ)
2η περίπτωση:
Στο τρίτο (ενικό ή πληθυντικό) πρόσωπο μπορεί να αντιστοιχεί
ως Υποκείμενο και μια ( ή περισσότερες) αφηρημένη
έννοια ή ένα (περισσότερα) άψυχο
αντικείμενο. Κάθε ουσιαστικό
επομένως μπορεί να έχει θέση Υποκειμένου.
Πρόκειται επίσης για προσωπική σύνταξη.
Π.χ
Η προσπάθειά του απέδωσε τελικά το επιθυμητό
αποτέλεσμα.
Τα πήγαινε έλα τον κούρασαν.
Ο υπολογιστής τρέχει νέα προγράμματα.
Το ότι ήρθες (ο ερχομός σου) με ευχαρίστησε
3η
περίπτωση:
Ρήματα στο τρίτο ενικό
(μόνο) πρόσωπο
μπορεί να έχουν υποκείμενο ολόκληρη πρόταση που εισάγεται με το να (βουλητική)
ή με το ότι (ειδική) και σπανιότερα μια πλάγια ερώτηση. Αυτά λέγονται απρόσωπα ρήματα (πάντα τριτοπρόσωπα
στον ενικό) και η σύνταξη απρόσωπη.
Συχνά αντί για μονολεκτικά ρήματα μπορεί να έχουμε φράσεις με το ρήμα είναι (π.χ είναι δυνατόν…)
Πρέπει να σε δω αύριο το βράδυ.
Φαίνεται ότι
θα γυρίσουμε μούσκεμα με τόση βροχή.
Αποκλείεται να προλάβουμε το τρένο.
Είναι αδύνατο να καταλάβω την άσκηση.
Αμφισβητείται αν είναι αποτελεσματικά τα μέτρα
κατά της βίας στα γήπεδα.
Ειδικά στην αρχαία
ελληνική
Στην αρχαία ελληνική γλώσσα ισχύει η ίδια δομή με μικρές διαφορές.
Πιο συγκεκριμένα:
Ομοιότητες
Απρόσωπα είναι κι εδώ ρήματα
σε τρίτο ενικό πρόσωπο ή φράσεις με το ρ. ἐστί (ἀγαθόν ἐστι κλπ)
Υποκείμενό τους έχουν ολόκληρη πρόταση που εισάγεται με το ὅτι (ειδική) και σπανιότερα με πλάγια
ερώτηση ή ενδοιαστική πρόταση.
Διαφορά
Επειδή η νέα ελληνική δεν έχει απαρέμφατο, αντί πρότασης με
το να ως υποκείμενο εμφανίζεται ένα απαρέμφατο που μεταφράζεται με το να (τελικό) ή ένα απαρέμφατο που
μεταφράζεται με το ότι (ειδικό) όταν
ο συγγραφέας επιλέγει να μη χρησιμοποιήσεις ειδική πρόταση.
Π.χ
Ἠγγέλθη Περικλεῖ ὅτι Μέγαρα ἀφέστηκε.
Λέγεται Κῦρον φιλομαθέστατον εἶναι.
Ἔδοξε τῇ βουλεῖ και τῷ δήμῳ τά τείχη εὐτρεπίζειν.
Δεῖ τον ἄρχοντα τελείαν ἔχειν την
ἠθικήν ἀρετήν.
Ἄξιόν ἐστι πᾶσιν ἀνθρώποις μεμνῆσθαι τῆς
ἀρετῆς τῶν προγόνων.
Χρή τους εὖ πράττοντας (όσοι ευτυχούν) τῆς
εἰρήνης ἐπιθυμεῖν.
Παρατήρηση: όπως φαίνεται από τα παραδείγματα, δίπλα
σε κάποια απρόσωπα ρήματα και εκφράσεις της αρχαίας ελληνικής υπάρχει συχνά μία
δοτική κάποιου προσώπου από την οποία συμπεραίνουμε το πρόσωπο που «κρύβεται»
πίσω από το απαρέμφατο. Αυτή λέγεται δοτική
προσωπική και μας αποκαλύπτει το λογικό
υποκείμενο του απαρεμφάτου. Αν τη μετατρέψουμε σε αιτιατική θα πάρουμε το
συντακτικό υποκείμενο του απαρεμφάτου.
Π.χ
Χαλεπόν ἐστι τῇ πόλει
τοῦ κινδύνου τούτου ἀπαλλαγῆναι.
Ἀρκεῖ σοι τῶν ἄλλων
καταγελᾶν.
Στα νέα ελληνικά έχει
αντικατασταθεί από μια γενική προσωπική
Π.χ
Μου είναι αδύνατον να σε καταλάβω.
Του φάνηκε ότι τον παρεξήγησαν.